
Μέσα σε μία τριετία ταξίδεψα αρκετές φορές στη Ρουάντα, για να φωτογραφίσω, να πάρω συνεντεύξεις και να αποκαλύψω περισσότερες λεπτομέρειες για τα ειδεχθή εγκλήματα σε βάρος των μανάδων των παιδιών αυτής της έκθεσης. Οι μητέρες, πολλές από τις οποίες απέκτησαν τον ιό HIV από τους εθνοφρουρούς που τις βίασαν, αισθάνονταν για πολλά χρόνια ανίκανες να μιλήσουν για τις εμπειρίες τους, μένοντας σιωπηλές από ντροπή για τον βιασμό και για το ότι είχαν ένα παιδί από εθνοφρουρούς, οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις ήταν επίσης υπεύθυνοι για τη δολοφονία ολόκληρης της οικογένειάς τους.
Όλες οι συνεντεύξεις αυτής της έκθεσης δόθηκαν στον ιδιωτικό χώρο του σπιτιού των γυναικών αυτών. Ήταν αδύνατο να είμαι προετοιμασμένος για ό,τι επρόκειτο να ακούσω. Για τις περισσότερες από αυτές, αυτή είναι η πρώτη φορά που μίλησαν ανοιχτά για την εμπειρία τους. Ωστόσο σε κάθε συνέντευξη οι γυναίκες μοιράστηκαν μαζί μου προσωπικές λεπτομέρειες των όσων υπέφεραν, της απομόνωσης και των καθημερινών προκλήσεων που εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν ως άμεσο αποτέλεσμα της βίας που ασκήθηκε επάνω τους.
Οι μητέρες αυτές έχουν ζήσει τα χειρότερα βασανιστήρια που μπορεί να αντέξει οποιοσδήποτε άνθρωπος και εξακολουθούν να παλεύουν ενάντια στα τραύματά τους σε πολλαπλά επίπεδα. Δυστυχώς τα θύματα σεξουαλικής βίας στο Κογκό, το Νταρφούρ και σε όλο τον κόσμο αντιμετωπίζουν σήμερα παρόμοιες προκλήσεις. Η μεγαλύτερη ελπίδα μου είναι ότι, διαβάζοντας αυτές τις ιστορίες και βλέποντας τις εικόνες των γυναικών και των παιδιών στην έκθεση αυτή, οι άνθρωποι θα παρακινηθούν να δράσουν και να δουλέψουν ώστε παρόμοιες πράξεις βίας να μην επαναληφθούν ποτέ ξανά και οι οικογένειες αυτές να έχουν ένα πιο φωτεινό μέλλον.
Τα ονόματα των γυναικών και των παιδιών που παρουσιάζονται στην έκθεση αυτή έχουν αλλαχθεί, για να προστατευθεί η ταυτότητά τους.