Σε μία από τις διαλέκτους της ανατολικής Πολωνίας, που αποτελεί μείξη πολωνικών και λευκορωσικών, οι άνθρωποι που είναι στενά συνδεδεμένοι με τη γη, την οποία καλλιεργούν επί γενεές, αποκαλούνται Karczeb. Oι Karczeb καθάριζαν τα δάση με γυμνά χέρια για να καλλιεργήσουν τη γη. Η λέξη Karczeb χρησιμοποιούνταν επίσης για να περιγράψει αυτό που απομένει αφού κοπεί ένα δέντρο –έναν κορμό με ρίζες, που παραμένει αμετακίνητος στο έδαφος.

Αυτό χαρακτήριζε και τους ανθρώπους –δεν ήταν εύκολο για τις αρχές να τους ξεριζώσουν από τη γη τους, ούτε ακόμη και στις σταλινικές εποχές. Το τίμημα που κατέβαλλαν για την προσκόλλησή τους στα εδάφη τους υπήρξε συχνά η ελευθερία ή η ζωή τους. Μετά θάνατον, θαμμένος κοντά στα χωράφια του, ένας Karczeb μετατρεπόταν ο ίδιος σε χώμα, που αργότερα θα το καλλιεργούσαν οι απόγονοί του.